Οι ενήλικοι ως “σάκοι του μποξ”.

Παρατηρώ συχνά μια προκατάληψη για τους ενηλίκους, έναντι των παιδιών.

Παραδείγματα:

α) Σπάνια κάποιος δικαιολογεί τη βία όταν πρόκειται για παιδιά ή πιστεύει πως τους κάνει καλό. Αντίθετα, για τους ενηλίκους, εξαρτάται ποιος κρίνει. Κι εκείνος που κρίνει πολλές φορές αποφασίζει πως “Είναι εντάξει να φας μερικές” ή πως “Σου άξιζε!”. Και, αν ανήκεις σε μια συγκεκριμένη μερίδα του πληθυσμού, δεν υπάρχει πρόβλημα, ακόμα και να πεθάνεις. Εξαρτάται από το ποιες ήταν οι πράξεις σου. Αν είσαι “Μπάτσος”: “Καλά να πάθεις”, αν είσαι μετανάστης και έφαγες κλομπιές: “Ας πρόσεχες, να μην πήγαινες σε ξένη χώρα παράνομα”, αν έβρισες τον λάθος άνθρωπο, “Ε, λογικό να σε κάνει τόπι στο ξύλο!”. Ο πόλεμος είναι “Λογικός” αν είσαι “Σε άμυνα”. Και τα παραδείγματα αμέτρητα.

β) Αν είσαι παιδί είναι “φυσιολογικό” να θέλεις να παίζεις και να διασκεδάζεις, αν όμως είσαι ενήλικος: “Όχι, έχεις υποχρεώσεις!”, “Μην είσαι τεμπέλης και τα θες όλα δικά σου”, “Δεν είσαι 10 χρονών να παίζεις video games.” Το παιχνίδι είναι προνόμιο που δικαιούνται άνευ (σπουδαίων) όρων μόνο τα παιδιά. Αν μεγαλώσεις (το έχετε παρατηρήσει;) και σε “πιάσουν” να παίζεις ή να είσαι αραχτός πολλές ώρες, σε κάνουν να νιώθεις πως κάνεις κάτι κρυφά ή πως θα’πρεπε να ντρέπεσαι που δεν προσφέρεις αλλιώς στην κοινωνία με τον πολύτιμο “ενήλικο” χρόνο σου.

γ) Αν είσαι παιδί δικαιολογείται να κάνεις λάθη: “Ακόμα μαθαίνεις”, “Είσαι μικρός” και άλλα ωραία που φυσικά με βρίσκουν σύμφωνο. Όμως, ξαφνικά μετά τα 18, οφείλεις να τα έχεις μάθει “Όλα”, να ξέρεις όλους τους νόμους και αν το λάθος που έκανες ήταν σημαντικό, πρέπει να τιμωρηθείς πηγαίνοντας φυλακή και όχι να έχεις ευκαιρία να αλλάξεις τον εαυτό σου με βοήθεια από ειδικούς. Πρέπει να νιώσεις πως ανήκεις κάπου εκτός κοινωνίας, σαν παραπεταμένο σκουπίδι. Όχι σαν τους υπόλοιπους, “εμάς τους έντιμους”.

δ) Αν ένα παιδί φέρεται με άσχημο τρόπο, πάντα κατηγορούμε τους ενήλικες γονείς, εθισμένοι από το παιχνίδι των ευθυνών, λες κι εκείνοι ξεπήδησαν ξαφνικά σε αυτόν τον κόσμο και δεν είχαν κι εκείνοι με τη σειρά τους γονείς που έκαναν “λάθη” ανατροφής. Άραγε είναι “λάθος” κάτι, όταν απλά ξεπηδά από μέσα μας ως αυτονόητο; Κάπως έτσι δεν είναι όλες οι συμπεριφορές μας; Παράγωγό μας, όπως το λουλούδι που ανθίζει. Δεν το κάνει επειδή “θέλει να ανθίσει”, αλλά όλες οι συνθήκες μέχρι εκείνη τη στιγμή οδήγησαν σε αυτό το αποτέλεσμα. Έχουμε μήπως την επιλογή να μην κάνουμε αυτό που κάναμε;

Ερχόμαστε σε αυτόν τον κόσμο, έχοντας μια “περίοδο χάριτος” κατά τη διάρκεια της οποίας είναι αποδεκτό να τα έχουμε όλα έτοιμα, να παίζουμε και να το ευχαριστιόμαστε με όλο μας το είναι, να νιώθουμε ελεύθεροι, να τρώμε πολλά παγωτά το καλοκαίρι και να μαθαίνουμε από τα λάθη μας, νιώθοντας κατανόηση πάντα από τους γύρω μας.
Μετά όμως, όταν πατηθεί το “μαγικό κουμπί” που γράφει “Μεγάλωσες”: “Διάλεξε στρατόπεδο, γιατί η ζωή είναι μια μάχη”, “Καλά θα κάνεις να συμμορφωθείς, γιατί έτσι είναι τα πράγματα”, “Βρες δουλειά γιατί θα πεθάνεις άστεγος”, “Δεν είσαι παιδί να θες ντάντεμα και παιχνίδι όλη μέρα.”

Όλοι εξιδανικεύουμε τα παιδικά μας χρόνια, λέμε πως τα παιδιά είναι τα πιο αθώα πλάσματα και έτσι είναι. Γιατί όμως; Μήπως επειδή κανείς ακόμα δε τα φόρτωσε με “ατομικές ευθύνες”, “υποχρεώσεις” και γνώση για τη σαπίλα του κόσμου μας;

Γιατί να μη φερόμαστε σε όλους τους ανθρώπους σαν να είναι μωρά;

Για έναν κόσμο στον οποίο η απογοήτευση του: “Δεν υπάρχει Άγιος Βασίλης”, είναι η μοναδική.
Για έναν κόσμο που χωρά σε μια παιδική ζωγραφιά.